- ψυχροσταγής
- ψυχρο-στᾰγής, ές,A congealed,
ὡς ἀπὸ κρυστάλλου ψ. Aret.SD2.7
(-παγής Hude, -στάγδης codd.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ὡς ἀπὸ κρυστάλλου ψ. Aret.SD2.7
(-παγής Hude, -στάγδης codd.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ψυχροσταγής — ές, Α παγωμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχρός + σταγής (< στάζω) πρβλ. ἁβρο σταγής] … Dictionary of Greek
ψυχροπαγής — ές, Α ψυχροσταγής*. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψυχρός + παγής (< θ. πᾰγ τού πήγνυμι), πρβλ. ὑγρο παγής] … Dictionary of Greek